Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Θα σε λέω …Θανάση


  Απρίλης, Μάης, δεν θυμάμαι… Αλλά απόγευμα, από εκείνα τα ανοιξιάτικα που γίνονται επιδέξιοι μακιγιέρ της Αθήνας. Λεωφορείο από εκείνα με την …πίστα στην μέση να χορεύει ένα τρελό ροκ εντ ρολ- ή κάτι άλλο εξισου παλαιικό- κατηφορίζοντας την Β. Σοφίας
Υποθέτω Μπαγκλαντεσιανός. Αυτο το υπέροχο χαμόγελο, τόσο αθώο, τόσο παιδιάστικο στα μάτια των Μπαγκλαντεσιανών.  

  Ένας ελεγκτής από την μπροστινή και ένας από την μεσαία πόρτα. Του ζητάει εισιτήριο και …ψάχνεται.  Του ζητάει χαρτιά και...ψάχνεται. Του λέει να πάνε μπροστά στον οδηγό, κατεβάζει το βλέμμα. Του μιλάει έντονα, το βλέμμα του κατεβασμένο στο δάπεδο της τρελής πίστας... Τον πιάνει από το μανίκι, τον τραβάει. Δεν αντιδρά απλά κολλάει τα πόδια πάνω σε εκείνη την λεωφορειακή…πίστα χορού.

  Δεν μπαίνω συχνά σε λεωφορεία, ίσως είναι ένα συνηθισμένο happening για τους τακτικούς επιβάτες μιας που κανείς δεν μιλάει, οι περισσότεροι δεν γυρίζουν καν το κεφάλι να κοιτάξουν τη…σκηνή.

-Αφήστε τον, δεν έχετε κανένα δικαίωμα να τον τραβολογάτε και να τον κακομεταχειρίζεστε
-Κάνε τη δουλειά σου…
-Αφήστε τον αμέσως. Ορίστε εισιτήριο-λέω- θα του το χτυπήσω εγώ
-Τώρα εισιτήριο; Τώρα  που τον τσακώσαμε;

Ο άλλος ελεγκτής επισπεύδει το κόψιμο προστίμου σε μια σιωπηλή ηλικιωμένη κυρία στο μπροστινό μέρος του λεωφορείου και έρχεται προς το μέρος μας. Παλιότερος? Προϊστάμενος του άλλου? Δεν γνωρίζω την…ιεραρχία
-   -Τι θέλεις; Τι ανακατεύεσαι; με ρωτάει
    
ε    Ανασύροντας εκείνο το εξαιρετικά χρήσιμο ύφος για επαγγελματίες μαλάκες και ψευτόμαγκες, εκείνο το εντελώς αποστασιοποιημένο του «πφφ, σου κάνω χάρη που σου απευθύνω τον λόγο» του απαντώ  ότι του απαγορεύω τον…ενικό.

-Θα σε μαζέψει η αστυνομία, του λέει φτύνοντας τις λέξεις ο πρώτος ελεγκτής χαιρέκακα, αλλά του αφήνει το μανίκι.

Απευθύνομαι στον…κρατούμενο και του λέω «Κατεβαίνουμε». Χτυπάω το κουδούνι και ο προϊστάμενος φωνάζει στον οδηγό «μην ανοίξεις». Ο άλλος καλεί την αστυνομία.
Ξαναχτυπάω το ήδη αναμμένο φωτάκι και τους λέω με υπαινικτικό αλλά…εμφατικό το στυλάκι «ξέρεις ποια είμαι εγώ»…
-Αν θέλετε να διατηρήσετε την θέση και το μεροκάματο σας, μην τολμήσετε να μην ΜΟΥ ανοίξετε την πόρτα στην στάση.

Ο…κρατούμενος κοιτάζει μια έμενα, μια αυτούς και συνειδητοποιώ ότι ίσως και να μην καταλαβαίνει τι γίνεται ή τι θα γίνει αν έρθει η Αστυνομία. Ίσως δεν έμαθε ακόμη ότι στην Ελλάδα του 2013 η λέξη «λαθρομετανάστης» είναι αντίστοιχη της λέξη «Εβραίος» στη Γερμανία του '39. Ο οδηγός σταματάει, ανοίγει την μπροστινή πόρτα αλλά όχι την πίσω.
-Ανοίξτε μου ΤΩΡΑ την πόρτα να κατέβω

Η πόρτα ανοίγει.
Πιάνω το χέρι του …κρατούμενου που λες έχει ριζώσει στο ίδιο σημείο και …κατεβαίνουμε. Κατεβαίνουν μαζί μας και οι ελεγκτές. 

-Τι νομίζεις ότι κανείς μωρή βρωμοκαριόλα μου λέει ο…υφιστάμενος, θα σε μπαγλαρώσουν και εσένα μαζι με τον μαύρο…
Κρίμα το υφάκι μου…

Πατώντας πια πεζοδρόμιο, το χέρι του…τέως κρατούμενου είναι ακόμη στην παλάμη μου. Πόσο χρονών να είναι? 18-20?
Ξεσφίγγω δύσκολα το χέρι του από το χέρι μου και τον σπρώχνω «Φύγε». Με κοιτάζει. «ΦΥΓΕ!».Δεν ξέρω αν κατανοεί την λέξη ή την προστακτική. Ποντάρω στη μπυροκοιλιά και το μεσόκοπο των ελεγκτών και στα 18χρονα πόδια του …ομήρου. Ορθώς… Τρέχει.  
Ο ψευτόμαγκας «υφιστάμενος» με…λούζει με ότι βρισιά έχω και δεν έχω ακούσει. Μερικές ομολογουμένως…πρωτότυπες. Ο… «προϊστάμενος» του λέει να σωπάσει. Μου είναι πολύ δύσκολο να αποφύγω τον πειρασμό να τους καγχάσω. Αρκούμαι στο να…χαμογελάσω –υφάκι Νο 3-και φεύγω…

Στο 2-3λεπτο της τυχαίας…συνάντησης μας εκείνου του ανοιξιάτικου αθηναϊκού απογεύματος,  ο φοβισμένος 18χρονος…όμηρος λεωφορειατζήδων, ο γενναίος ταξιδιώτης του πλανήτη, δεν μου συστήθηκε. Όσο θα μπορώ να αντικρίζω τα μάτια του παιδιού μου, δεν θα αποδεχτώ Ανθρώπους Σκιές, Ανθρώπους Λαθραίους. Κι έτσι τον ανακαλούσα στην μνήμη μου ως Σπουργίτη. Αλλά ας τον λέω πια…Θανάση.


Νασαι καλά…Σπουργίτη. Νασαι καλά…Θανάση. Ταξίδευε…