Δεν την γνώρισα. Τουλάχιστον ζωντανή. Κάποιες λίγες φωτογραφίες της, ένα χαμόγελο μάλλον καρφωμένο σε ένα λιπόσαρκο πρόσωπο, να αποτυπώνει περισσότερο περιέργεια και άγχος για το φωτογραφικό φακό παρά άνεση . Και έλαχε να την γνωρίσω περισσότερο, μέσα από ένα επιθανάτιο ρόγχο. Τον επιθανάτιο ρόγχο του γιου της, πριν λίγα χρόνια.
Ο πεθερός μου, υπήρξε ένας λιγομίλητος άνθρωπος, λιτός σε όλες του τις εκδηλώσεις, κοινωνικές, οικογενειακές, συναισθηματικές, πολύ σοβαρός, πολύ μετρημένος, πολύ αξιοπρεπής. Ένας εξαιρετικός νομικός παλαιάς κοπής, που όπως ο ίδιος συνήθιζε να λέει «προσπάθησα να υπηρετήσω με τον ίδιο σεβασμό, Θεό και Νόμο.»
Ο πεθερός μου, υπήρξε ένας λιγομίλητος άνθρωπος, λιτός σε όλες του τις εκδηλώσεις, κοινωνικές, οικογενειακές, συναισθηματικές, πολύ σοβαρός, πολύ μετρημένος, πολύ αξιοπρεπής. Ένας εξαιρετικός νομικός παλαιάς κοπής, που όπως ο ίδιος συνήθιζε να λέει «προσπάθησα να υπηρετήσω με τον ίδιο σεβασμό, Θεό και Νόμο.»
Γεννημένος στο μεσοπόλεμο, σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας, έχασε τον πατέρα του στον πόλεμο του 40. Και απόμεινε μοναχοπαίδι μιας χήρας αγρότισσας, που αν και ουσιαστικά αγράμματη καταλάβαινε πολύ καλά τι έπρεπε να κάνει για τον μοναχογιό της. Να τον σπουδάσει.
Και το έκανε με άπειρες θυσίες, με άπειρο κόπο, και με άπειρη αξιοπρέπεια.
Και το έκανε με άπειρες θυσίες, με άπειρο κόπο, και με άπειρη αξιοπρέπεια.
Έδιωξε το γιο της από το χωριό στην πιο μεγάλη κοντινή πόλη να τελειώσει το γυμνάσιο, υποχρεώθηκε σε κάποιους μακρινούς συγγενείς να τον φιλοξενήσουν με το αζημίωτο, και κάθε μεσημέρι πηγαινορχόταν είτε με το λεωφορείο, είτε με τα πόδια -όταν ο μήνας τελείωνε και η πενιχρή σύνταξη δεν έφτανε και για το εισιτήριο του λεωφορείου-, πηγαίνοντας του κάθε μεσημέρι, φαγητό στην καστανιά- το μπρούτζινο ...τάπερ της εποχής-και το ψωμί τυλιγμένο σε ένα λινό πεσκίρι. Ίσως γιατί το αντίτιμο στους συγγενείς δεν έφτανε και για το μεσημεριανό του φαγητό, ίσως γιατί δεν είχε εμπιστοσύνη ότι θα τον περιποιηθούν όπως του έπρεπε ή ίσως και για να τον βλέπει κάθε μέρα. Τον περίμενε στο σχόλασμα του, ακουμπισμένη στον μαντρότοιχο του σχολείου, πήγαιναν λίγο παραπέρα σε ένα παγκάκι στην άκρη της πλατείας, ο νεαρός μαθητής έτρωγε, της έδινε πίσω την καστανιά, και στην ερώτηση του «εσύ έφαγες μάννα;»,η απάντηση της ήταν πάντα «φαγωμένη είμαι εγώ, γιε μου»
Ξεπούλησε κάτι χωραφάκια που είχε προικώον για να τον στείλει να σπουδάσει στην Αθήνα, και όταν της είπε πόσο λαχταρούσε να συνεχίσει έξω, ξεπούλησε και το σπίτι της πηγαίνοντας να μείνει και να γηροκομήσει κάποια θειά, χωρίς καν να τον ενημερώσει, χωρίς καν να τον ...συμβουλευτεί, έτσι για να τον στείλει και στα ...εξωτερικά.
Ο γιος επέστρεψε, με τα πρώτα του λεφτά της ξαναγόρασε το σπίτι, παντρεύτηκε στην Αθήνα, και επέμενε πατώντας πόδι να την φέρει κοντά του. Και την έφερε. Όμως παρά το μεγάλο σπίτι, παρά τις ανέσεις, παρά την παρουσία του γιου, ακόμα και παρά την παρουσία του νιόφερτου εγγονού, εκείνη λαχταρούσε να βλέπει κάθε μέρα τα κύματα που έγλυφαν την αυλόπορτα του δικού της του σπιτιού. Την μεγάλη πόλη δεν την αγάπησε ποτέ, η ξενιτιά είναι πάντα κακή. Κι έτσι, για μια ακόμα φορά έκανε του κεφαλιού της. Επέστρεψε στο κονάκι της.
Και μπορεί ο γιος να είχε μάθει γράμματα πολλά - άλλωστε ποτέ εκείνη δεν κατάλαβε πως χωρούσαν όλα αυτές οι λέξεις που βρίσκονταν στα βιβλία του μέσα στο μυαλό του- και μπορεί το καμάρι και η περηφάνια της να ξεχείλιζε για εκείνον, αλλά όταν το ξεπροβόδιζε σταυρώνοντας τον, έπαιρνε το αυστηρό της ύφος που κουβέντα και αντίρρηση δεν σήκωνε, και του έλεγε «Να προσεχείς καλά γιε μου, μην γελαστείς και αδικήσεις κανέναν φτωχό άνθρωπο».
Ξεπούλησε κάτι χωραφάκια που είχε προικώον για να τον στείλει να σπουδάσει στην Αθήνα, και όταν της είπε πόσο λαχταρούσε να συνεχίσει έξω, ξεπούλησε και το σπίτι της πηγαίνοντας να μείνει και να γηροκομήσει κάποια θειά, χωρίς καν να τον ενημερώσει, χωρίς καν να τον ...συμβουλευτεί, έτσι για να τον στείλει και στα ...εξωτερικά.
Ο γιος επέστρεψε, με τα πρώτα του λεφτά της ξαναγόρασε το σπίτι, παντρεύτηκε στην Αθήνα, και επέμενε πατώντας πόδι να την φέρει κοντά του. Και την έφερε. Όμως παρά το μεγάλο σπίτι, παρά τις ανέσεις, παρά την παρουσία του γιου, ακόμα και παρά την παρουσία του νιόφερτου εγγονού, εκείνη λαχταρούσε να βλέπει κάθε μέρα τα κύματα που έγλυφαν την αυλόπορτα του δικού της του σπιτιού. Την μεγάλη πόλη δεν την αγάπησε ποτέ, η ξενιτιά είναι πάντα κακή. Κι έτσι, για μια ακόμα φορά έκανε του κεφαλιού της. Επέστρεψε στο κονάκι της.
Και μπορεί ο γιος να είχε μάθει γράμματα πολλά - άλλωστε ποτέ εκείνη δεν κατάλαβε πως χωρούσαν όλα αυτές οι λέξεις που βρίσκονταν στα βιβλία του μέσα στο μυαλό του- και μπορεί το καμάρι και η περηφάνια της να ξεχείλιζε για εκείνον, αλλά όταν το ξεπροβόδιζε σταυρώνοντας τον, έπαιρνε το αυστηρό της ύφος που κουβέντα και αντίρρηση δεν σήκωνε, και του έλεγε «Να προσεχείς καλά γιε μου, μην γελαστείς και αδικήσεις κανέναν φτωχό άνθρωπο».
Και τις δικές της τις λιγοστές ανάγκες, τις είχε υπερκαλύψει προ πολλού, αλλά είχε πάντα ένα χαρτί που έγραφε με τα κολλυβογράμματα της, τις ...ανάγκες του γείτονα, του παραπέρα, του κουμπάρου στο διπλανό χωριό, του φίλου στο παραδίπλα, του συγγενή της φιλενάδας της, του ανιψιού του συγχωριανού. Για όσους της στάθηκαν κάποτε, αλλά ακριβώς το ίδιο και για όσους την αδίκησαν όταν τους είχε ανάγκη. Αριθμοί, ποσά, δίπλα σε ένα όνομα, συχνά άγνωστο και στην ίδια. «Ποιος είναι πάλι αυτός ρε μάννα;» «Εγώ δεν τον γνωρίζω, η ...κυρα Γιαννούλα, ο ...κυρ Θάνος, η ...παπαδιά, μου το έδωσε, άνθρωπος την ανάγκη μας έχει, για την ψυχούλα του πατέρα σου, γιε μου»
Και κάπως έτσι ...έφυγε ήσυχα, έχοντας κάνει ότι ένοιωθε, ότι καταλάβαινε, ότι νογούσε ότι έπρεπε, έχοντας... ξοδέψει όλη της τη ζωή κατα πώς έπρεπε. Έφυγε, καθισμένη στην πολυθρόνα της με τα μάτια να κοιτούν την θάλασσα έξω από την αυλόπορτα της και με τα χέρια να κρατούν την κορνιζαρισμένη φωτογραφία του μοναχογιού της να αγορεύει σε κάποιο δικαστήριο.
Και κάπως έτσι πέθανε και ο πεθερός μου πριν λίγα χρόνια σε ένα κρεβάτι μιας αθηναϊκής κλινικής. Μέσα σε ένα κορμί ηλικιωμένου αλλά με ένα μυαλό σταματημένο θαρρείς σε εκείνα τα χρόνια, που μαθητής ακούγοντας το κουδούνι που έβγαινε και βαρούσε ο επιστάτης στο προαύλιο, ήξερε ότι η μόνη σταθερά αλλά και φάρος της ζωής του, θα ήταν πάντα εκείνη η μαυροφορεμένη γυναίκα που ακουμπούσε στην μάντρα του σχολειού, με την καστανιά στο χέρι, ή που τον ξεπροβοδιζε με αυστηρή τρυφερότητα που αντίρρηση δεν σήκωνε:
«Να προσεχείς καλά γιε μου, μην γελαστείς και αδικήσεις κανέναν φτωχό άνθρωπο».
Όποια γυναίκα- η νοσοκόμα, η γυναίκα του, εγώ- πλησίαζε το κρεβάτι του, της άρπαζε το χέρι σφιχτά, δυνατά, τόσο παράταιρα με το λιπόσαρκο πια κορμί του, την κοίταζε στα μάτια και ρώταγε με μια θαρρείς ιλιγγιώδη αγωνία «εσύ έφαγες μάννα;». Και δεν ησύχαζε αν δεν του απαντούσες «φαγωμένη είμαι γιε μου».
Αυτός ο τόπος, αυτή η χώρα, αυτά τα χωματα, αυτή η Πατρίδα, αυτή η Ελλάδα, χτίστηκε ...έτσι. Μεγάλωσε έτσι. Πρόκοψε έτσι.
Με στέρεα υλικά αυτούς τους ανθρώπους. Αυτούς τους τόσο καθημερινούς ήρωες, που η επίσημη ιστορία δεν θα τους ονοματίσει ποτέ, και που δεν τους γνωρίζουν παρά μόνο οι δικοί τους άνθρωποι. Και στόμα στόμα, θα τους μάθουν και τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονα, και τα τρισεγγονα.
Πίσω από αυτές τις λίγες γραμμές, πίσω από αυτή την τόσο μικρή ιστορία, είναι χιλιάδες, εκατομμύρια άλλες ίδιες. Ίδιες και απαράλλαχτες. Ο καθένας μας κουβαλάει από μια τέτοια γιαγιά, προγιαγιά, που γνώρισε, που δεν γνώρισε, που έμαθε ή που δεν έμαθε. Αλλά είναι το δικό του το DNA. Είναι η δική του η κληρονομιά, που μόνο χρέος έχει να την διασώσει, να την αναδείξει, να την αυγατίσει. Διπλή και τρίδιπλη. Αυτή ειναι η πραγματική ιστορία. Αυτή είναι η πατρίδα του.
Η δική μου η γενιά, δεν έζησε στέρηση. Η γενιά μου, δεν έζησε ούτε πόλεμους, ούτε εμφύλιους, ούτε θυμάται χούντες. Το ψωμί μάθαμε να μας περίσσευε στο τραπέζι, και συχνά το σιρόπι από το ...παντεσπάνι λέρωνε και το τραπεζομάντιλο.
Ε, και; Παραμυθιάζεται κανείς από τους ...κρατούντες, ότι λησμονάμε ποια είναι η αληθινή κληρονομιά μας;
Νομίζουν κάποιοι ότι δεν την ξέρουμε, ότι την θάψαμε, ότι την ξεχάσαμε, ότι όλα αυτά ...παρήλθαν, δεν βρίσκονται χαραγμένα θαρρείς στο πετσί του μυαλού και της ψυχής μας, σε μνήμες που δεν ζήσαμε. Νομίζουν κάποιοι ότι όλα αυτά απλά σκονίζονται σε κάποια άλμπουμ με παλιές φωτογραφίες, αφημένα σαν ντεκόρ πάνω σε τραπέζια μοναστηριακού ρυθμού. Ε, λοιπόν γελιόνται. Πλανώνται πλάνη οικτρά.
Μπορούν να είναι σίγουροι, ότι τα παιδιά και τους γονείς μας, αλλά ΚΑΙ τα ονόματα που δεν ξέρουμε...έτσι να η ...κυρα Γιαννούλα,ο κυρ Θανάσης, η ...παπαδιά, μας τα έδωσε, θα τους σώσουμε, ότι κι αν αυτό σημαίνει.
Άλλωστε εμείς ξέρουμε τι σημαίνει για μας. Αυτοι δεν ξέρουν. Εμείς ξέρουμε ότι όσοι Εφιάλτες, όσοι δοσίλογοι, όσοι μαυραγορίτες, όσοι Κωλέτηδες, όσοι Τσολάκογλου, όσοι Χατζιαβάτηδες, όσοι Γιωργακηδες κι αν πέρασαν από αυτά τα χώματα, όσοι κι αν ..."πάτησαν", εμείς θα κουβαλάμε, θα υπερασπιζόμαστε, θα λογοδοτούμε σε γεννήτορες και απόγονους για την κληρονομιά μας. Εμείς ξέρουμε και ποιοι είμαστε, και που πάμε. Ώρα να το μάθουν και αυτοί
Υ.Γ. Λίγες σκέψεις που πετάχτηκαν θαρρείς από το μυαλό μου, έτσι μόνες τους απείθαρχες, ακούγοντας αυτό το δεκάλεπτο που κρατάει η ομιλία της Λιάνας Κανέλλη για το ...«ασφαλιστικό». Ίσως γιατί , όσα δεν ζήσαμε υπάρχουν, μας ανήκουν, μας ζητάνε και ίσως να είναι ακόμα πιο ζωντανά και από όσα ζήσαμε. Είναι η ΠΑΤΡΙΔΑ μας. Ίσως γιατί υπερασπιζόμενοι τους γεννήτορες, το παρελθόν μας , στήνουμε οδόφραγμα στο μέλλον που κάποιοι Εφιάλτες στήνουν για εμάς και τα παιδιά μας..
Και κάπως έτσι ...έφυγε ήσυχα, έχοντας κάνει ότι ένοιωθε, ότι καταλάβαινε, ότι νογούσε ότι έπρεπε, έχοντας... ξοδέψει όλη της τη ζωή κατα πώς έπρεπε. Έφυγε, καθισμένη στην πολυθρόνα της με τα μάτια να κοιτούν την θάλασσα έξω από την αυλόπορτα της και με τα χέρια να κρατούν την κορνιζαρισμένη φωτογραφία του μοναχογιού της να αγορεύει σε κάποιο δικαστήριο.
Και κάπως έτσι πέθανε και ο πεθερός μου πριν λίγα χρόνια σε ένα κρεβάτι μιας αθηναϊκής κλινικής. Μέσα σε ένα κορμί ηλικιωμένου αλλά με ένα μυαλό σταματημένο θαρρείς σε εκείνα τα χρόνια, που μαθητής ακούγοντας το κουδούνι που έβγαινε και βαρούσε ο επιστάτης στο προαύλιο, ήξερε ότι η μόνη σταθερά αλλά και φάρος της ζωής του, θα ήταν πάντα εκείνη η μαυροφορεμένη γυναίκα που ακουμπούσε στην μάντρα του σχολειού, με την καστανιά στο χέρι, ή που τον ξεπροβοδιζε με αυστηρή τρυφερότητα που αντίρρηση δεν σήκωνε:
«Να προσεχείς καλά γιε μου, μην γελαστείς και αδικήσεις κανέναν φτωχό άνθρωπο».
Όποια γυναίκα- η νοσοκόμα, η γυναίκα του, εγώ- πλησίαζε το κρεβάτι του, της άρπαζε το χέρι σφιχτά, δυνατά, τόσο παράταιρα με το λιπόσαρκο πια κορμί του, την κοίταζε στα μάτια και ρώταγε με μια θαρρείς ιλιγγιώδη αγωνία «εσύ έφαγες μάννα;». Και δεν ησύχαζε αν δεν του απαντούσες «φαγωμένη είμαι γιε μου».
Αυτός ο τόπος, αυτή η χώρα, αυτά τα χωματα, αυτή η Πατρίδα, αυτή η Ελλάδα, χτίστηκε ...έτσι. Μεγάλωσε έτσι. Πρόκοψε έτσι.
Με στέρεα υλικά αυτούς τους ανθρώπους. Αυτούς τους τόσο καθημερινούς ήρωες, που η επίσημη ιστορία δεν θα τους ονοματίσει ποτέ, και που δεν τους γνωρίζουν παρά μόνο οι δικοί τους άνθρωποι. Και στόμα στόμα, θα τους μάθουν και τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονα, και τα τρισεγγονα.
Πίσω από αυτές τις λίγες γραμμές, πίσω από αυτή την τόσο μικρή ιστορία, είναι χιλιάδες, εκατομμύρια άλλες ίδιες. Ίδιες και απαράλλαχτες. Ο καθένας μας κουβαλάει από μια τέτοια γιαγιά, προγιαγιά, που γνώρισε, που δεν γνώρισε, που έμαθε ή που δεν έμαθε. Αλλά είναι το δικό του το DNA. Είναι η δική του η κληρονομιά, που μόνο χρέος έχει να την διασώσει, να την αναδείξει, να την αυγατίσει. Διπλή και τρίδιπλη. Αυτή ειναι η πραγματική ιστορία. Αυτή είναι η πατρίδα του.
Η δική μου η γενιά, δεν έζησε στέρηση. Η γενιά μου, δεν έζησε ούτε πόλεμους, ούτε εμφύλιους, ούτε θυμάται χούντες. Το ψωμί μάθαμε να μας περίσσευε στο τραπέζι, και συχνά το σιρόπι από το ...παντεσπάνι λέρωνε και το τραπεζομάντιλο.
Ε, και; Παραμυθιάζεται κανείς από τους ...κρατούντες, ότι λησμονάμε ποια είναι η αληθινή κληρονομιά μας;
Νομίζουν κάποιοι ότι δεν την ξέρουμε, ότι την θάψαμε, ότι την ξεχάσαμε, ότι όλα αυτά ...παρήλθαν, δεν βρίσκονται χαραγμένα θαρρείς στο πετσί του μυαλού και της ψυχής μας, σε μνήμες που δεν ζήσαμε. Νομίζουν κάποιοι ότι όλα αυτά απλά σκονίζονται σε κάποια άλμπουμ με παλιές φωτογραφίες, αφημένα σαν ντεκόρ πάνω σε τραπέζια μοναστηριακού ρυθμού. Ε, λοιπόν γελιόνται. Πλανώνται πλάνη οικτρά.
Μπορούν να είναι σίγουροι, ότι τα παιδιά και τους γονείς μας, αλλά ΚΑΙ τα ονόματα που δεν ξέρουμε...έτσι να η ...κυρα Γιαννούλα,ο κυρ Θανάσης, η ...παπαδιά, μας τα έδωσε, θα τους σώσουμε, ότι κι αν αυτό σημαίνει.
Άλλωστε εμείς ξέρουμε τι σημαίνει για μας. Αυτοι δεν ξέρουν. Εμείς ξέρουμε ότι όσοι Εφιάλτες, όσοι δοσίλογοι, όσοι μαυραγορίτες, όσοι Κωλέτηδες, όσοι Τσολάκογλου, όσοι Χατζιαβάτηδες, όσοι Γιωργακηδες κι αν πέρασαν από αυτά τα χώματα, όσοι κι αν ..."πάτησαν", εμείς θα κουβαλάμε, θα υπερασπιζόμαστε, θα λογοδοτούμε σε γεννήτορες και απόγονους για την κληρονομιά μας. Εμείς ξέρουμε και ποιοι είμαστε, και που πάμε. Ώρα να το μάθουν και αυτοί
Υ.Γ. Λίγες σκέψεις που πετάχτηκαν θαρρείς από το μυαλό μου, έτσι μόνες τους απείθαρχες, ακούγοντας αυτό το δεκάλεπτο που κρατάει η ομιλία της Λιάνας Κανέλλη για το ...«ασφαλιστικό». Ίσως γιατί , όσα δεν ζήσαμε υπάρχουν, μας ανήκουν, μας ζητάνε και ίσως να είναι ακόμα πιο ζωντανά και από όσα ζήσαμε. Είναι η ΠΑΤΡΙΔΑ μας. Ίσως γιατί υπερασπιζόμενοι τους γεννήτορες, το παρελθόν μας , στήνουμε οδόφραγμα στο μέλλον που κάποιοι Εφιάλτες στήνουν για εμάς και τα παιδιά μας..
41 σχόλια:
Τι να γράψω με τα μάτια θολά απ΄ τα δάκρυα; Ενα μεγάλο θαυμαστικό, μόνον αυτό.
κατερινα, βουρκωσα που σε διαβαζα. Και γω πενθιμα αισθανομουν σημερα, οπως μετα απο κηδεια. Καιπολυ παραξενα...
Για να θυμουνται οι παλιοι κ να μαθαινουν οι νεοι τι σημαινει πατριωτισμος.
Γαμωτο,αυτο ειναι ο πατριωτισμος,η τουλαχιστον εγω αυτο εξελαβα απο την αναρτηση σου,αγαπη για τη χωρα σου,αγαπη για τους συνανθρωπους σου[ανεξαρτητως εθνικοτητας],για αυτους που μοιραζεσαι μαζι τους αυτα τα χωματα.
Κ λεω γαμωτο,γιατι αναλογιζομαι τι ζημια εχουν προξενησεισε αυτη τη λεξη κατι ακροδεξιοι αγραμματοι,καποιοι συμπλεγματικοι που ουρλιαζουν για κατι που δε καταλαβαινουν,για κατι που εχουν διαστρεβλωσει
Τελικά...υπάρχει ελπίδα!
Κατερίνα,σ ευχαριστώ.Σ ευχαριστώ που ξεδίπλωσες τις αναμνήσεις ωραίων ανθρώπων.Μου θύμισες τους δικούς μου ωραιους.Γιαγιάδες παπούδες,γείτονες με τα κλειδιά έξω απ την πόρτα,το νοιάξιμο για τη γειτόνισσα και το γείτονα και πόσα πόσα άλλα.Δάκρυσα βρε Κατερίνα.
Και ναι,αυτοί οι "μικροί"ήρωες είναι που αξίζουν.Υπάρχουν σήμερα;Υπάρχουν.Λιγοστοί αλλά υπάρχουν.Στους κυβερνώντες υπάρχουν;ΟΧΙ Κατερίνα μου,Κατηγορηματικά ΟΧΙ.
Με μικρες ελάχιστες εξαιρεέσεις.Αλλά μήπως έτσι δε γινόταν πάντα;Λίγοι δεν ήταν αυτοί που ξεχώριζαν;Γι αυτό και το "ξεχώριζαν".Ξεχώριζαν απ το σωρό.
Να σαι καλά
Ό,τι κι ο Swell... !
μπραβο ρε κατερινα το κειμενο σου ,αλλα και τα σχολεια ,αποδεικνυουν οτι αυτες οι φιλοσοφικες αρχες δεν προκειται να χαθουν ποτε
Swell, έχουμε όλοι μας πολυ περισσότερα κοινά απο όσα αναγωνριζουμε στοςυ εαυτους μας. Κουβάλαμε όλοι, λίγο ως πολύ το ίδιο παρελθόν, και αυτο το παρελθόν ειναι που γραφει και το μέλλον.
Που μπορεί να φαινεται γκριζο- προφανώς εκεινο το τουνελ που ο Γιωργάκης λεει ότι βλέπει το φως, εχει κατασκευαστικό λάθος- αλλά το δικό μας μέλλον,δνε μπορεί παρα να ειναι φωτεινό. Είμαστε πολλοι. Πάρα πολλοι Swell μου. Και ειναι στο χέρι μας. Απλά η ιστορία ως πολύ ωραια γυναικα, είναι ασυνεπης στα ραντεβου της με εμάς τους ανυπομονους.
γιατι , φιλοσοφικες και πολιτικες αρχες διατυπωνε και ο πεθερος σου "προσπαθησα να υπηρετησω με τον ιδιο σεβασμο , θεο και νομο" και η μητερα του "να προσεχεις καλα γιε μου,μην γελαστεις και αδικησεις κανεναν φτωχο ανθρωπο"
Cynical, εσυ τις έκαψες τις κατσαριδες σου. Μεχρι εδώ ειδα τις φλογες. Εγώ ξεπερασα τους καθωσπρεπισμούς μου και θα τις λιωσω όπου τις πετυχω κι όπου δνε τις πετυχω. Άλλωστε εγώ έχω και ένα λόγο παρα πάνω να ακουσω το κρατς που θα κάνει το βδελυρο σιχαμερό κορμί τους. Εγώ πιστεψα κάποτε ότι ειναι και ...μυρμηγκάκια.
Περα απο την αηδία για την ...κατσαρυσοσυνη τους,νοιώθω και τεραστια οργή που με εξαπατησαν, που με φτυνουν,που αφοδευουν τα σιχαμενα περιττωματα τους μεσα στα μουτρα μου.
Celin σε αυτη τη ζωή πολύ με απασχολησε το τι θα πει πατριδα. Εδώ και αρκετά χρονια κατεληξα ότι πατριδα ειναι οι μνημες, οι μυρωδιές, οι μουσικές, τα βιωματα, οι άνθρωποι σου. Υπερσαπιστηκα με κάθε δυνατό τρόπο ότι πατριδα ειναι η αγκαλια που σου χαριζει την γλυκα του να ανηκεις, και σε φορτώνει με την έννοια να υπερασπιστείς. Όχι να υπέρασπιστείς τα χωματα, αλλά όσους την πατανε.
Παρατηρώ πολύ έντονα τις κοινοτητες αυτών που εμεις λέμε ξένους. Αυτές τις κονοτητες που με βάρκα άλλες γλώσσες, άλλες μυρωδιές, άλλες μουσικές, άλλους θεους, ριχνουν άγκυρα στα χωματα τα δικά μας. Μαθαινουν τη γλώσσα μας, μαθαινουν τα χουγια μας, μαθαινουν τις μουσικες μας, μας ανηκουν και τοςυ ανηκουμε. Κι όταν λίγο ανοιξεις χερια και πιασεις τα ξένα, καταλαβαινεις ότι η ιστορία των ανθρώπων ειναι παντου ιδια,ακους για τον παππου λίγο έξω απο το Ντακαρ αυτου που πουλάει τις ψευτοσινιέ τσάντες στην Ερμου, και λες...έλα ρε πατριώτη.
Το δίκιο, το άδικο, το πρέπει, η ηθική, τα άγραφα, ειναι τόσο ίδια, σε όλα τα μηκη και τα πλάτη της γης. Κι άλοιμονο άν τα ...«γραμμένα», επιβουλευονται και κονταροχτυπιουνται με τα άγραφα. Αυτά που ο κάθενας μας, εκ μεταφοράς χωρίς να μάθει στα θρανία, τα ξέρει. Γαιτί το δικαιο... το ξέρουμε πάντα Celin. Όλοι. Απο το ακρωτηρι της καλής ελπιδας μέχρι τα φιορδ της Νορβηγίας.
Busy bee, ασφαλώς και υπάρχει ελπιδα. Και θα υπάρχει ΠΑΝΤΑ, μέχρι να βγαλει ο ήλιος κέρατα.
Κιρκη μου, μας ενωνουν όλους εμάς που παταμε...ιδιοκτητες θαρρείς αυτη τη γη. Ειμαι απολυτα σιγουρη, ότι αυτο ειναι στο κυταρο όλων μας. Κι όχι μόνο εδώ,σε όλο τον πλανητη. Μονο οι μυρωδιές και τα τοπια άλλαζουν.
Το ξερουμε όλοι το δίκιο Κιρκη. Κια καταλαβαινουμε κι όλοι όταν καποιοι με γραφές, νομους και προφητες παλευουν να κάνουν την θάλασσα άχρωμη.
Το ξαναείπα,ειμαστε γεννιά που σε αυτο το κομματι γης, η ιστορία δεν επιφυλαξε στα χρονια μας ολεθρους. Απλά μας προστατεψε για κάποια χρονια.
Καποιοι νομιζαν ότι αφησαμε τα καριοφυλια της μνημης, κάποιοι θεωρησαν ότι γιναμε πολύ κουραμπιεδες για να προστατεψουμε τα παιδιά μας. Λάθος Κιρκη. Ειμαι τόσο σιγουρη ότι θα διαψευστουν. Το όπλο ειναι πάντα παρα ποδας. Γιατί το άδικο ειναι εμετός, και σε καμμια ζωή, προνομιουχα ή λιγωτερο δεν της αξιζει να βουλιαξει σε αυτον τον εμετο του άδικου.
Γεια σου Ρηγα. Λοιπόν πιανεις τον ρυθμό του τραγουδιού όταν νοιωθεις ότι ...κοντρα στους εχθρους, έχεις συμμαχους. Κι οι συμμαχοι στον πολεμο γινονται ΦΙΛΟΙ.
Γιωργο μου πολύ συχνά ο ..."Θεός" κι ο Νομος ειναι κοντρα. Εμεις βέβαια, ξερουμε ποιον πρέπει να υπέρασπιστουμε.
Κια στην φραση "προσεξε γιε μου, μην γελαστείς και αδικήσεις φτωχο άνθρωπο",οι λέξεις κλειδια ειναι η λέξη "γελαστείς" και η λέξη "φτωχός"
Βλέπεις καμμια μάννα δεν πιστευει ότι το παιδί της θα αδικησει εκ προθεσεως.
Αλλά και όλοι οι άνθρωποι αγραμματοι και γραματιζουμενοι ξέρουν πολύ καλά ότι άλλο το δίκιο του "φτωχου" και άλλο το δίκιο του δυνατου. Και αυτο το δίκιο του φτωχου, που στο μυαλό της ήταν το δίκιο του ...'Θεου", ηταν εκεινο που την έκοφτε μπας και ξεγελαστεί ο γιος της και δεν αποδωσει.
Από τα καλύτερα και πιο προσωπικά σου κείμενα. Λιτές και συγκινητικές οι μορφές του. Ευτυχώς που υπάρχουν άνθρωποι να μας θυμίζουν το διακριτικό αλλά τόσο ουσιαστικό πέρασμά τους.
K1 σε ευχαριστω. Μέσα μας ειναι όλοι αυτοι, κάτι να δεις, κάτι να ακουσεις, κάτι να σκεφτεις, ένα τόσο δα ερεθισμα, αμεσως ξυνεται το "λουστρο" και ξεχυλάς.
Ποιος απο μας δνε κουβαλά ιστορίες προγονων βάρβαρες, δυσκολες, πονεμένες, αξιοπρεπεις. Ιστορίας προσφυγιάς, φτωχειας, ανεχειας, θυσιών και πάνω απο όλα αλληλεγγυης. Εμεις ίσως λίγο αν ...ξαποστασαμε,αλλά τωρα ήρθε και η ώρα για την δική μας την ΕΣΟ
"Εδώ και αρκετά χρονια κατεληξα ότι πατριδα ειναι οι μνημες, οι μυρωδιές, οι μουσικές, τα βιωματα, οι άνθρωποι σου. Υπερσαπιστηκα με κάθε δυνατό τρόπο ότι πατριδα ειναι η αγκαλια που σου χαριζει την γλυκα του να ανηκεις, και σε φορτώνει με την έννοια να υπερασπιστείς. Όχι να υπέρασπιστείς τα χωματα, αλλά όσους την πατανε. "
εξαιρετικη!!!
Με τα ματια (και τα 4!!!) θολωμενα τι να σχολιασω;
Ενα μονο, αυτην την πατριδα που περιγραφεις στο εξοχο κειμενο σου ΔΕΝ θα την χαρισουμε σε καμία κουφαλα.
Καλο βραδυ!
:)
Έτσι είναι όλη η Ελλάδα. Τόσες γενιές που στερήθηκαν τα πάντα σχεδόν. Μόνο η αγάπη, η αλληλεγγύη και η καλή καρδιά τους περίσσευαν.
Μετά ήρθε μια γενιά που τα είχε όλα, χάρη σε αυτούς που στερήθηκαν τα πάντα .Το ευχαριστώ ήταν να ξεπουλήσει τα πάντα και να μας φέρει σε αυτή την κατάντια.
Πόσα δάκρυα ,πόσα πονεμένα και τσακισμένα από τη δουλειά κορμιά ; Άραγε όλοι αυτοί που μας έφεραν εδώ τους ξεπροβόδισαν ποτέ με την ευχή "κοίτα μην γελαστείς και αδικήσεις κανένα φτωχό άνθρωπο";
Αν ναι πόσο εύκολα την ξέχασαν μέσα στην ψευδαίσθηση της αιώνιας ευδαιμονίας και παντοδυναμίας τους ;
Μπορεί να είμαι μικρός σχετικά ,αλλά ακόμα θυμάμαι το χωριό μου χωρίς δίκτυο ύδρευσης και ακόμα θυμάμαι ολόκληρες μέρες χωρίς ρεύμα το χειμώνα .Δεν είναι και τόσο μακρινά τα χρόνια που η Ελλάδα ήταν μια πολύ φτωχή χώρα. Πώς ξαφνικά γίναμε η χώρα των νεόπλουτων με τα καγιέν ;
Πως ξεχάσαμε τόσο εύκολα τα χώματα που οι πατεράδες πότθισαν με ιδρώτα ;
Πως ξεχάσαμε τα χωράφια και τη γη που ξεχέρσωναν με γυμνά χέρια για να δώσουν λίγο στάρι;
Πως ξεχάσαμε να είμαστε ταπεινοί και ανθρώπινοι ;
Κατερίνα μου αλήθεια σου λέω ότι η ανάρτησή με άγγιξε και με συγκίνησε βαθιά όπως και όλους .
Ξέρεις γιατί ;
Γιατί τα βιώματα του ¨Έλληνα είναι κοινά και τα λόγια σου άνοιξαν τα αμπάρια του μυαλού και έβγαλαν ξανά στο φως, αυτά που η χυδαία τελευταία εικοσαετία προσπάθησε να εξοστρακίσει.
Πολλοί μπορεί να ξέχασαν ή να το προσπαθούν .
Οι περισσότεροι όμως δεν μπορούν να ξεχάσουν .
Είμαστε "καταδικασμένοι" οι Έλληνες να θυμόμαστε τις ρίζες μας και στα δύσκολα να τις ποτίζουμε , είτε με ιδρώτα είτε με αίμα.
Δεν συνεχίζω γιατί μόνο την συγκίνηση μου ανακυκλώνω πλέον.
οι μέρες που θυμόμαστε και θα θυμόμαστε, οι ιδέες που μας κέρδισαν και θα μας κερδίσουν, μεγεθύνονται με ιστορίες ανθρώπων.
Έξοχο κείμενο!
Να είσαι καλά.
celin, το θυμηθηκα τώρα και το αναφέρω στα περι πατριδας… ένα γεγονός που είναι για γέλια και για κλαματα.
Στις μονιμες ελληνικές αντιπροσωπειες, υπάρχουν κάποια πεντασελιδα …τσιτάτα, που χρησιμοποιουν όλοι οι έλληνες που συμμετέχουν σε επιτροπές, σαν ελληνικά επιχειρηματα για το ότι είναι παρατυπο και λανθασμένο να χρησιμοποιειται το όνομα Macedonia για το Fyrom, απο οποιονδηποτε σε ένα επισημο φορουμ ή μια επιτροπη.
Λοιπόν περα από όλα τα κλασικα, πολιτικά, ιστορικά και άλλα που μας πρηζουν κατά καιρους τα αυτιά, υπάρχει και το εμπορικό επιχειρημα, το οποιο είναι όμως και το μόνο που πραγματικά δουλευει (κατανοουν οι ξενοι). Το επιχειρημα του Μακεδονικου χαλβά. Τους λες δηλαδή ότι ενταξει μάγκες, αφηστε και τοςυ Μέγα-Αλεξανδρους και τον …καταραμενο όφι.
Εχω όμως εγώ προστιθέμενη αξία, από το brand name του Μακεδονικου Χαλβά, σαν ονομασία προελευσης; Εχω. Μου το υποτιμάς όταν λες το Fyrom, Macedonia; Ναι.
Και αυτό είναι ένα από τα ελαχιστα επιχειρηματα που πιανει, που καταλαβαινουν. Την εμπορική αξια …ενός προιοντος με ονομασία προελευσης. Αντιστοιχα για το μακεδονικό ξινομαυρο στο κρασί. Αν δεις αυτοι που εξάγουν ξινομαυρο, το όνομαζουν πια μακεδονικό ξινομαυρο;
Κουφό; Αληθές…
Κοινώς Celin, το τι καταλαβαινει κάποιος (και ιδιαιτερα επισημως) για πατριδα…είναι πολύ μεγάλη κουβέντα.
Αντωνη, σε όλη η ιστορία του πλανητη, οι …σημαιες και οι πατριδες (και ασφαλώς οι θρησκείες), χρησιμοποιήθηκαν σαν "επιχειρήματα" από όλους τους εγκληματίες.
Η πατριδα, αυτή η αισθηση του ανηκειν που έχουν οι άνθρωποι, οι πολιτες ενός τόπου, είναι η κατ’ εξοχήν ευαισθησια που πατανε όλοι οι πολιτικάντηδες που κάνουν θηριωδίες. «Θα σωσουμε την πατριδα». Στην ελληνική ιστορία, ο τελευταιος που χρησιμοποιησε αυτην την φρασεολογία πριν από τον Γιωργάκη και τους φίλους του, ήταν ο δικτατορας Παπαδόπουλος.
Γκουγκλαρισε και ψάξε να βρεις ομιλίες του Μπους για τον πολεμο στο Ιρακ. Ψάξε ομιλιες του Παπαδόπουου και του Παττακου. Μετά βρες και του Γιωργου. Και μετά ριξε ένα κουβά παγωμένο νερό πάνω στο προσωπο σου γιατί θα λες…δεν είναι δυνατόν…
Αφου το έκανα και μετά από πολλους κουβάδες που περιλουστηκα για να συνελθω, μια και μόνη απορία είχα. Μα μεσα σε τόσα χρονια η επικοινωνια δεν άλλαξε, δεν βρηκε άλλους τροπους πιο διαφορετικους αλλά εξισου αποτελεσματικους για να βοηθάει όσους κάνουν ρεσάλτο; Συνεπερανα ότι η επικοινωνία είναι η πιο καθυστερημένη επιστημη.
Αλλά πάλι, ίσως το πιθανότερο είναι ότι η λέξη Πατριδα έχει ένα τεραστιο επικοινωνιακό εκτοπισμα στοςυ ανθρώπους, αντεχει ακόμα, πουλαει ακόμα πάρα πολύ για τον μεσο άνθρωπο, για τον μεσο πολιτη. Και εκει πατανε οι πατριδοκαπηλοι.
Aldebaran, η άνοδος του βιοτικου επιπεδου είναι πολύ καλό πραγμα. Αλλα σε καμμία περιπτωση η αυξηση του βιοτικου επιπεδου και η αυξηση της αγοραστικης δυναμης δεν σημαίνουν και καλυτερο επιπεδο ζωής. Σε καμμια περιπτωση η συνθηκη δεν προσδιοριζεται ως ‘ικανη και αναγκαία’.
Αν σε βάζουν στο τρυπάκι να δουλευεις 200/24ωρο-και αν δεν το γουσταρεις-, για να καταναλώνεις, να αποκτησεις πραγματα που δεν χρειαζεσαι, που χρεωνεσαι και υποδουλωνεσαι για να τα αποκτησεις, που τρέμεις ότι μπορεί να τα χασεις, που τρελαίνεσαι για να τα συντηρησεις, ε, εκει είσαι πολυ ευκολα χειραγωγησιμος.
Ταυτοχρονα αντι να βρεις τα δικά σου θέλω, τα αγνοείς και ταυτιζεσαι με τον μεσο ανύπαρκτο άνθρωπο και τα μεσα ανυπαρκτα θέλω που σου πλασαρονται.
Εγω δεν θα καταδικάσω κανέναν γιατί έκανε το σκατο του παξιμάδι και αποκτησε ένα Cayenne ή έναν οποιοδηποτε άλλο τετραλιτρο γοτθικο ναό. Αν το απολαμβάνει, αν οι οδηγικές του ικανότητες μπορουν να αξιοποιησουν τις μεγάλυτερες των συνηθων , δυνατοτητες αυτών των αυτοκινητων, αν είναι η μεγάλη κ…, με γεια του και χαρά του, όπως κάποιου που θα συνέλεγε παλιά βιβλία, γραμματόσημα, έργα τέχνης ή ότι άλλο θεωρείται τέλος πάντων πολυτελές. Αλλά βεβαια αν κάποιος συλλεγει παλια βιβλία ή αντικες, δεν τις βγάζει να τις διαλαλισει στο δρμο, ουτε τις φοράει
Και κάνω τη πολύ απλη σκέψη, αν κάποιος έχει να διαθεσει 100.000 ευρώ για ένα αυτοκινητο αυτου του ειδους, προφανώς μπορεί να διαθεσει και 5.000 ευρώ να παρει ένα μεταχεισμένο χιλιαρι να κάνει τις δουλειες του στο κέντρο της πολης, ή όπου άλλου. Προφανώς και για οικονομικους λόγους και για περιβαλλοντικους. Ε, όταν βλέπω τα πάσης λογής τερατα, γυαλισμένα του κουτιου, στην πχ πηγμένη Κηφισίας, ε, μπαινω στον πειρασμό και κοιτώ και το …μέσα. Και μάρτυς μου ο Τουτατης… σπάνια κανείς πεφτει έξω. Το έξω και το μέσα …το ίδιο καρακατσουλιο.
Μεσα είναι οι άνθρωποι που κραυγάζουν …κοιτα με!!! Είναι αυτοί οι wannabe κ. Πατιτσα ή κ. Χαραμή. Δηλαδη μια από τα ιδια.
Οι καλύτεροι ψυχιατροι είναι οι μαντραδες αυτοκινητων. Ξέρουν πολύ καλά- εμπειρικά πια- ότι δεν θα μπορεσει να σου εκμαιευσει ο Γιωσαφατ μετά από 100 συνεδριες. Ε, και βέβαια θα στο πουλήσει. Ειλικρινά πολύ θα ήθελα να γραψουν οι μαντραδες…μια ψυχογογική διατριβή για τον έλληνα.
Από εκει και περα, δεν ζεις παρά μονο με πανικους. Άλλωστε σε αυτοςυ τους γελοιους κατά βάση πανικους πάτησαν και τα ΜΜΕ και οι πολιτκοι Γιωργακηδες, για να τρομοκρατησουν και να …σοκάρουν τον κοσμο, για την εικονα μας στο εξωτερικό. Φανταζεσαι ποτέ ότι τα Γαλλικά ΜΜΕ, θα πονταραν ποτέ σε αυτό το παιχνιδι; Πωπωπω τι θα πουν οι τουριστες για εμας; Ο τελευταιος κλοσάρ θα απαντουσε ένα μεγαλοπρέπες ‘Merde” και …αποδω πάν και οι άλλοι. Αντιθετα ο νεοέλλην, αυτή η καρικατουρα που παλευουν να μας πουλησουν, …προβληματιζοντια …μα τι θα πουν οι ξενοι. Και εκει βεβαια ανοιγεται πεδίον δόξης λαμπρο για την επικοινωνια των Γιωργακηδων.
Ακόμα και το ότι είναι τόσο ηλιθιοι που δεν κα5ταλαβαινουν ότι το πρωτογενές υλικο σου είναι αυτό που θα φτιαξει το μοντέλο σου, και μας πουλάνε, τα σκανδιναυικά, τα ιρλανδικά, τις Δανιες του Νοτου και τις παπαριές κουρουμπελα, δειχνει ποσο περαστικοι είναι, ποσο βασιζονται σε αυτήν την ολεθρια νοοτροπια της καρικατουρας του νεοέλληνα στο να μοιασουμε στον… Του πουλάνε ότι θέλει να αγοράσει, μιας που η δική τους πολιτική σκέψη αναλωνεται στο … ότι φάμε, ότι πιουμε, και ότι. αρπάξει ο …
Καλώδιο καλώς σε βρισκω.
Σε ευχαριστω για τα καλά σου λογια, και ναι…συνηθως την θεωρία την φτιαχνεις ομαδοποιώντας τα παραδειγματα. Και ανακαλυπτεις …ότι τελικά το παρελθόν του καθενός είναι τόσο ίδιο με του διπλανου του. Αυτή η …αδερφοσυνη που βγαινει μεσα από κοινα βιώματα, κοινές μνημες που μπορεί να είναι και εκ μεταφοράς. Τελικά αυτο ειναι η Πατριδα.
Να σχολιάσω τι?
Μόνο να σ' ευχαριστήσω γι αυτή την όαση που μας πρόσφερες σ' αυτή τη δύσκολη στιγμή.
Ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ για την καλωσύνη σου να μοιραστείς μαζί μας αυτές τις όμορφες σκέψεις. Ανακαλύψαμε το ιστολόγιο σου προσφάτως και οι ιδέες σου, η στάση ζωής σου, τα πιστεύω σου μας κέρδισαν. Μια βαθιά υποκλιση για το έξοχο καίμενό σου!
Παιδιά όπως και να έχει, μην παίζουμε το παιχνίδι τους ότι τάχα φταίει η "καλωζωία" μας για την κατάντια μας.
Ακόμα και ο κυρ μήτσος με την Kayen, έχει δουλεψει για να την πάρει, το ότι ελλείψη παιδείας νομίζει ότι μόνο τα υλικά αγαθά προσφέρουν απολάυσεις, δεν σημαίνει ότι φταίει μόνο ο ίδιος. Γιατί κακά τα ψέματα, αυτά στην κοινωνία περνάνε λίγο ως πολύ, και ο άλλος θέλει να υπάρχει ως οντότητα, έστω και με δανεικές-αγορασμένες ιδέες.
Προσωπικά εμένα, δεν μου έχει τύχει πολοί ανθρώποι να ενδιαφέρονται για τις γνώσεις μου, για να κάνουν μια ποιοτική συζήτηση μαζί μου. Η γκλαμουριά πουλάει, θα δουν τι μηχανή έχω, τι αμάξι, εύκολα πράγματα, είσαι αυτός που φαίνεσαι, το τι είσαι πραγματικά, δεν πουλάει, θέλει χρόνο, και ο χρόνος είναι χρήμα, έχουμε και δουλειές.
Έτσι λοιπόν, την επόμενη φορά που θα κακοχαρακτηρήσετε κάποιον χωριάτη με καγιέν, σκεφτείται μήπως αναγνωρίζεται σε αυτόν κάτι απο τον εαυτό σας, μήπως προσπαθείτε να κρύψετε την μικροαστική σας νοοτροπία, πίσω απο την δική του υπερβάλουσα.
Όλοι δυστιχώς συμπεριφερόμαστε λίγο ως πολλύ ως μικροαστοί, αλλιώς δεν θα "πέρναγε" αυτή η συμπεριφορά, το ότι κάποιος το κάνει με πιο σικ τρόπο απο κάποιον άλλο, δεν αλλάζει και πολλά κατα βάθος.
Άρτι αφιχθείς από Κέρκυρα, πέρασα να ρίξω μια ματιά παρακινημένος από τον περίεργο τίτλο "Απείθαρχες σκέψεις, κλπ"... (Βέβαια δεν είχα καμιά αμφιβολία για το τι θα κρυβόταν από πίσω - ένεκα της επικαιρότητας ...βλέπεις). Δεν έκανα λάθος, όμως δεν μου πάει να χαλάσω την ευωχία σας από την πραγματικά όμορφα αφηγημένη ιστορία. Απλά θα πω τούτο: Ατυχής παραβολή! Οπότε, θα ευχηθώ "καλό καλοκαίρι" για όσους φύγουν και καλό χειμώνα για μένα...
Λυκε καλημέρα,
Ξέρεις αν για κάτι «ευγνομονώ» τον Γιωργάκη ειναι γιατί μια λανθάνουσα κριση «πατριδας» που περνάω επι χρόνια, έτσι σαν ένα νόσημα που εισαι μεν φορέας αλλά ποτε δεν εκδηλώθηκαν τα συμπτωματα του, στέκομαι και το ψηλαφω. Πιθανότατα αν μου έρθει, αν μπορεσω να βρω τις λέξεις που θα κουμπώνουν αυτό που εγώ ένοιωσα, να γραψω για αυτό,αλλά εδώ με δυο κουβέντες να πω ότι προσφατα ειδα τον Μπόρκμαν σε σκηνοθεσία του Οστερμάιερ και περσυ ειχα δει Μπορκμαν του Μιχαλακοπουλου. Η παρασταση της βερολινεζικης Σαουμπινε, θεωρηθηκε ένα απο αυτά που οι κριτικοι θεάτρου λένε…δεν πρέπει να χασετε,και κοτσαρουν και 50 θαυμαστικά, 200 αστεράκια ή ότι άλλο. Ε, να μην το χάσουμε. Επικαιρο μαθές, η άνοδος και η πτωση του καπιταλισμου. Ο κόσμος όντως το αποθέωσε. Εγώ μετανοιωσα που το είδα. Μου θάμπωσε την παρασταση του Μιχαλακοπουλου. Παλευω να το κάνω delete. Τι εννοώ με αυτό;
Προθανώς δεν ειμαι κριτικός θεάτρου, για να το λένε οι ...ειδικοι πολύ παραπανω πραγματα απο μένα θα ξερουν. Έψαξα πολύ να βρω τι στο διαολο εμενα δεν μου κόλλησε καθόλου. Δεν με ακουμπησε, δεν με άγγιξε, αντιθετα απο την παρασταση του Μιχαλακόπουλου, που με καθηλωσε. Ψηλαφω εδω τις λέξεις,δεν τις ξέρω,δνε ειναι ξεκαθαρες μέσα μου, αλλά νομιζω ότι απλά ήταν μια εξαιρετικά ξενη προς την ελληνική κουλτουρα παρασταση. Υποκωφα τα συναισθηματα, υποκωφος ο καπιταλιστής Μπορκμαν,υποκωφες οι οικογενειακές σχεσεις, μαι καταιγιδα που δνε ξεσπάει ποτε. Ένα άγλυκο γλυκό. Πολύ δυτικό, πολύ καλβινιστικό, πολύ ανηθικα ηθικό για την δική μας την κουλτούρα του άμετρου πάθους. Μα ο Νορβηγός Ιψεν, τι πατριδα να σου βγάλει; Ακριβως αυτο. Ο Μιχαλακοπουλος μου την έβγαλε,μου μιλησε σε βιωματα που εγώ εχω, καταλαβαινω, νογαω, αισθανομαι. Ακόμα και σε πραγματα που ειναι τόσο ...άσχετα, αυτή η νοσος της πατριδας,έρχεται να διεκδικησει το δικό της κομματι.
Μάλλον δεν είναι σαφές το τι έννοώ. Αναπηρες οι λέξεις Λυκο μου. Τουλάχιστον οι δικές μου. Αν και εσυ νομιζω ότι καταλαβαινεις τι θέλω να πω. Ακομα και όταν εγώ δεν καταλαβαινω.
Ανεργοι δημοσιογραφοι, ευχαριστώ και για τα καλά σας λόγια και για την αναδημοσιευση. Ξεφυλλιζοντας το blog σας ας μου επιτραπει μια παρατηρηση.
Μάθαμε να θεωρουμε ότι η ανεργία, ειναι ...όταν δεν παραγεις εργο που να αμοιβεται με χρημα. Δεν ειναι όμως έτσι. Ανεργία ειναι να μην παραγεις εργο γενικώς. Πχ. άνεργος είναι ο Υπουργός πολιτισμού κι ας αμοιβεται πλουσιοπαροχα.
Εσεις λοιπόν δεν ειστε άνεργοι, παραγετε δημοσιογραφία. Πιθανότατα να μην πληρωνετε, να μην εχετε εργοδοτη που να θέλει να την αγοράσει. Κι έτσι ας μου επιτραπει να σας ονομάσω... μη αμειβομενους δημοσιογραφους και όχι άνεργους δημοσιογραφους.
Poexania καλημεριζω. Υπάρχουν συνηθως δυο οπτικές για να αντιμετωπισεις την ζωή. Η μια «χρησιμοι άνθρωποι, γοητευτικά αντικειμενα» και η άλλη «γοητευτικοι άνθρωποι- χρησιμα αντικειμενα».
Οι καγιενομανείς και …λοιποί συγγενείς, συνηθως έχουν την πρωτη οπτικη ζωής. Ασφαλώς οσο το συνταγμα δεν προσδιοριζει δικαστηρια και αστυνομιες καλου γουστου, οφειλουμε να μην ποινικοποιουμε αυτήν την οπτική ζωής.
Στεφανε καλώς ήρθες και ελπιζω να γεμισες τις μπαταριες.
Εγώ ακομα έχω καμια 20αριά μερες για να φυγω για τις μεγάλες διακοπες.
Ειμαι παιδί του Αυγουστου, και γιατί συνηθως δεν μπορω να φυγω νωριτερα, ο Αυγουστος ...ψιλοεπιβάλλεται, αλλά και γιατί δεν αντεχω τις άδειες πόλεις. Με τρελαινει η ησυχία της Αυγουστιατικςη Αθηνας. Με τρελαινουν τα κλειστα παραθυροφυλλα κατοικων που έφυγαν. Εχω πάντα την αισθηση ότι με εγκατελειψαν προσωπικά.
Αυτό το είχε πει και ο Καντ, "να αντιμετωπίζεις τους άλλους ανθρώπους ως αυτοσκοπούς και όχι ως μέσον", όμως μεταξύ των 2 πόλων, υπάρχει και η πραγματικότητα, η μεσότητα όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης. Ως ενα βαθμό ο άνθρωπος θέλει δεν θέλει βλέπει τους άλλους ως "μέσον", όπως και τα πράγματα. Δυστυχώς. η κοινωνία μας, και όχι εμείς απο φυσική έλξη, βάζει στην ίδια βαθμίδα τις ανθρώπινες σχέσεις, με τις ιδιοκτησιακές σχέσεις, για την ακρίβεια βάζει τις ιδιοκτησιακές σχέσεις παραπάνω. Έτσι οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους, είναι ιδιοκτησιακού τύπου συχνά.
Έτσι λοιπόν όταν κάποιος δεν μπορεί να θεμελιώσει ανθρώπινες σχέσεις οποιουδήποτε είδους, καταλήγει να αντικαθιστά τους ανθρώπους με υλικά αγαθά, στο βαθμό που μπορεί. Με αυτό πετυχαίνει 2 πράγματα, αφενός στιγμιαία μέθη, η μέθη του ότι αγόρασε κάτι καινούριο, και αφαιτέρου αποδοχή απο άτομα που αναγνωρίζουν την κατοχή πολυτελούς ιδιοκτησίάς.
Οπότε είναι φυσικό, εκεί που δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή, να παρεμβάλεται το μέσον ιδιοκτησία, το οποίο λειτουργεί και ως "ναρκωτικό" και ως "φερομόνη".
Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που γίνεται τυχαία, όμως επειδή παίρνει πολύ συζήτηση δεν θέλω να επεκταθώ.
Αυτό το είχε πει και ο Καντ, "να αντιμετωπίζεις τους άλλους ανθρώπους ως αυτοσκοπούς και όχι ως μέσον", όμως μεταξύ των 2 πόλων, υπάρχει και η πραγματικότητα, η μεσότητα όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης. Ως ενα βαθμό ο άνθρωπος θέλει δεν θέλει βλέπει τους άλλους ως "μέσον", όπως και τα πράγματα. Δυστυχώς. η κοινωνία μας, και όχι εμείς απο φυσική έλξη, βάζει στην ίδια βαθμίδα τις ανθρώπινες σχέσεις, με τις ιδιοκτησιακές σχέσεις, για την ακρίβεια βάζει τις ιδιοκτησιακές σχέσεις παραπάνω. Έτσι οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους, είναι ιδιοκτησιακού τύπου συχνά.
Έτσι λοιπόν όταν κάποιος δεν μπορεί να θεμελιώσει ανθρώπινες σχέσεις οποιουδήποτε είδους, καταλήγει να αντικαθιστά τους ανθρώπους με υλικά αγαθά, στο βαθμό που μπορεί. Με αυτό πετυχαίνει 2 πράγματα, αφενός στιγμιαία μέθη, η μέθη του ότι αγόρασε κάτι καινούριο, και αφαιτέρου αποδοχή απο άτομα που αναγνωρίζουν την κατοχή πολυτελούς ιδιοκτησίάς.
Οπότε είναι φυσικό, εκεί που δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή, να παρεμβάλεται το μέσον ιδιοκτησία, το οποίο λειτουργεί και ως "ναρκωτικό" και ως "φερομόνη".
Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που γίνεται τυχαία, όμως επειδή παίρνει πολύ συζήτηση δεν θέλω να επεκταθώ.
Ενα ακόμα μόνο βασικό,
όσο ζούμε σε κοινωνίες όπου εξ΄αιτίας της απανθρωπιάς, της φτώχειας και του "νόμου του ισχυρού", βασιλεύει η ανασφάλεια, τόσο περισσότερή αξία θα δίνουμε στα υλικά αγαθά.
Αν αλλάξει η κοινωνία, αναγνωρίσει και προστατέψει τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ισότητα, το δικαίωμα στην ζωή και το δικαίωμα στην μόρφωση(ναι στις μέρες μας ωφείλουμε να μιλάμε και για αυτό, δεν ζούμε στην προιστορία), τότε μπορεί να περάσει και στο επόμενο εξελικτικό στάδιο.
Καλώς σε βρήκα Κατερίνα,
με έκανες να κλάψω και μένα. Ίσως γιατί μου θύμησες τον πατέρα μου και την οικογένειά του. Ξέρεις, οι άνθρωποι αυτοί (δηλ. ο πεθερός σου, η μητέρα του, ο πατέρας μου, οι θείοι μου κλπ), αν εξετάσει κανείς τη συμπεριφορά τους κοινωνιολογικά καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: Οι άνθρωποι αυτοί τα παλιότερα χρόνια είχαν ένα σύστημα ηθικών αξιών το οποίο μεταβίβαζαν από γενιά σε γενιά. Αρχές, στάσεις, συμπεριφορές, κανόνες αποτελούσαν γι’ αυτούς ένα κεφάλαιο ΓΝΩΣΗΣ το οποίο μετέδιδαν στα παιδιά τους. Και γινόταν με ένα τρόπο ΦΥΣΙΚΟ όπως τα έτρεφαν ή τα πάντρευαν. Όλα αυτά συνέβαιναν για χρόνια στην παραδοσιακή ελληνική κοινωνία που ήταν κατά βάση αγροτική. Αυτή την πατρίδα θυμόμαστε, αυτήν αγαπήσαμε, γι’ αυτήν είμαστε περήφανοι. Σήμερα που η συνέχεια αυτή έχει κοπεί, η πατρίδα φθίνει και χάνεται γιατί όπως λέει κι ο ποιητής: « αξιοπρέπεια κι αρχές λείπουν ταξίδι…». Τη χάσαμε εδώ και 30 περίπου χρόνια, κάπου ανάμεσα αντιπαροχής, χρηματιστηρίου και ρουσφετιού, στην προσπάθειά μας για άνοδο κοινωνικής τάξης. Ξεπουλήσαμε τα πατρικά μας στα χωριά για να ξεφορτωθούμε τις ρίζες και τις μνήμες μας. Ήταν για μας βαρίδια. Όσο για τους τάφους των γονιών μας, άσε καλύτερα να μη θυμηθώ το χάλι τους, κάθε φορά που πάω στο Νεκροταφείο.
(εγώ πάντως το πατρικό μου το κράτησα και θα το κρατήσω πάση θυσία, γιατί «βλέπω» τον πατέρα μου στην εξώπορτα κάθε φορά που πάω να μου λέει με παράπονο: «Με την πλάτη μου κουβαλούσα τις πέτρες για να το χτίσω. Θα το αφήσεις να ρημάξει, κόρη μου»; και τη μάνα μου: «τα λουλούδια θέλουνε πότισμα, δεν τα λυπάσαι να τα αφήνεις να διψούνε;»)
Όχι, ούτε τον τάφο σας θα αφήσω να ρημάξει, ούτε το σπίτι. Μείνετε ήσυχοι. Από εκεί ήρθα μόλις.
Σου έκανα αναδημοσίευση εδώ:
http://anatolikatisedem.blogspot.com/2010/07/blog-post_3669.html
Κι εσύ Κατερίνα, όλα αυτά που μας διηγήθηκες εδώ σε μας τους ξένους, να τα λες ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΟΥ. Για να είναι περήφανα για τις ρίζες τους. Όπως περήφανοι είμαστε ΚΙ ΕΜΕΙΣ.
Καληνύχτα
Αυτό το βίντεο της Κανέλλη το έβλεπα με την κόρη μου (2,5) και προσπαθούσα να μην κλάψω κι εκείνη με ρωτούσε "τί λέει;" και της απάντησα λέει στον Παπανδρέου και στην Κυβέρνηση "αυτό που κάνεις δεν είναι ΚΑΘΟΛΟΥ σωστό".
Και σ' ευχαριστώ που μού όρισες το τί είναι πατρίδα, δεν ήξερα ακριβώς, την αγαπώ και είμαι έτοιμη να την υπερασπιστώ. Με κάθε τίμημα.
Πάντως ιστορικά στην Ελλάδα πολιτική διαφθορά υπάρχει απο τα γεννοφάσκια του ελληνικού κράτους.(και γενικά στα βαλκάνια) Μην εξιδανικεύουμε το παρελθόν.
Μίλησες για όλους μας.Να είσαι καλά.
Πάρε λοιπόν Κατερινιώ μου τη γιαγιά της ιστορίας σου και οποιοδήποτε σχεδόν από τη γενιά της μεταπολίτευσης. Οι συγκρίσεις νομίζω ότι όχι μόνο δεν πιάνουν τόπο, αλλά δίνουν και εξαιρετικά χρήσιμα συμπεράσματα.
υ.γ. Προφανώς δεν περιμένεις να σου πω πόσο απίστευτα καλογραμμένη ήταν η ιστορία. Θα σου πω, όμως, κάτι που το ξέρεις αλλά γνωρίζω ότι θες να το ακούς...σ'αγαπάω τόσο πολύ!!!
Δημοσίευση σχολίου